σκωριάσεις

σκωριάσεις
Ασθένειες ποωδών και ξυλωδών φυτών, που προκαλούν συχνά σοβαρές ζημιές σ’ αυτά και οφείλονται στους Σκωριομύκητες, παράσιτους μύκητες της τάξης των ουρεδινωδών (Βασιδιομύκητες): το όνομα σκωρίαση οφείλεται στους κονιορτώδεις σωρούς, που έχουν μορφή σκωριοχρόων φλυκταινών και παρουσιάζονται στα όργανα (βλαστοί και φύλλα) που έχουν προσβληθεί. Οι μύκητες των σ. είναι υποχρεωτικά παράσιτα, δηλαδή μπορούν να ζήσουν και να αναπτυχθούν μόνο στους ζωντανούς ιστούς των φυτών· εξάλλου χαρακτηρίζονται από την παραγωγή διάφορων τύπων σπορίων, που διαδέχονται ο ένας τον άλλο σ’ένα περίπλοκο βιολογικό κύκλο, αναπτυσσόμενοι μερικές φορές πάνω σε διαφορετικά φυτά (ετερόοικοι μύκητες των σ.)· υπάρχουν όμως και είδη που μπορούν να ολοκληρώσουν το βιολογικό τους κύκλο πάνω στον ίδιο ξενιστή (αυτόοικοι μύκητες των σ.). Παράδειγμα ετερόοικου μύκητα αποτελεί η Πουτσίνια των σιτηρών (Puccinia graminis, σκωρίαση των σιτηρών ή μαύρη σκωρίαση), που προσβάλλει, εκτός από το στάρι, το κριθάρι, τη βρίζα (σίκαλη) και πολλούς άλλους Γραμινίδες, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού βιολογικών μορφών και παραλλαγών που εμφανίζει, οι οποίες είναι ικανές να προσβάλλουν άλλοτε το ένα και άλλοτε το άλλο φυτό. Ο βιολογικός τους κύκλος προσδιορίστηκε γύρω στα 1865· πάνω στα φύλλα των θάμνων Βερβερίς η κρητική και Βερβερίς η κοινή, σχηματίζονται την άνοιξη τα αικιδιοσπόρια μέσα στα αικίδια, που είναι μικρές κοιλότητες εμφανιζόμενες στην κάτω επιφάνεια από τον άνεμο, μολύνουν το στάρι που βρίσκεται στην ανάπτυξη του και προκαλούν τη δημιουργία, πάνω στα φύλλα, επιμήκων - γραμμοειδών φλυκταινών, από τις οποίες εξέρχονται, κατά την ωρίμαση, ελλειπτικά κιτρινοπορτοκαλόχροα σπόρια, τα ουρεδοσπόρια. Είναι τα λεγόμενα σπόρια του καλοκαιριού, τα οποία είναι θηλοειδή, αποχωρίζονται εύκολα, κι έτσι, μεταφερόμενα σε άλλο μέρος, μεταδίνουν τη μόλυνση: αργότερα, πάνω στους καλάμους και στα φύλλα του σταριού, σχηματίζονται μελανές φλύκταινες, οι τελευτοσωροί, που περιέχουν τα τελευτοσπόρια, τα οποία έχουν μεμβράνη παχιά και είναι καστανόμαυρα. Τα τελευτοσπόρια, αφού περάσουν το χειμώνα σε λανθάνουσα κατάσταση, φυτρώνουν την άνοιξη, δίνοντας ένα προμυκήλιο, σχηματισμένο από 4 κύτταρα: από καθένα από αυτά παράγεται ένα βασίδιο, που φέρει στην κορυφή ένα βασιδιοσπόριο. Το τελευταίο είναι ο τέταρτος τύπος σπορίου. Τα βασιδιοσπόρια μεταφέρονται με τη σειρά τους πάνω στις βερβερίδες, όπου φυτρώνουν και ξαναρχίζουν το βιολογικό τους κύκλο. Άλλες Πουτσίνιες προκαλούν τις σ. του πυξού, της μολόχας, του μενεξέ. Στο γένος Ουρομύκης οφείλεται η σ. των κουκιών, του τριφυλλιού, του μπιζελιού· τέλος προσβάλλονται από σ. οι τριανταφυλλιές, η λεύκα, το πεύκο, το σπάρτο κλπ. Φύλλο αμερικανικού αμπελιού που προσβλήθηκε από σκωρίαση. Σκωριάσεις. Φωτογραφία τμήματος φύλλου σταριού που έχει προσβληθεί από την πουτσίνια των σιτηρών ή μαύρη σκωρίαση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • σκωριομύκητες — Μύκητες που συγκροτούν την τάξη των ουρεδινωδών (βασιδιομύκητες) και οι οποίοι προκαλούν τις σοβαρές ασθένειες των φυτών, τις γνωστές ως σκωριάσεις. Ο κύκλος της ανάπτυξης των σ. είναι περίπλοκος: από τα τελευτοσπόρια, που σχηματίζονται στους… …   Dictionary of Greek

  • επιλογή — Φυσική ή τεχνητή διαδικασία, με την οποία κατορθώνεται από γενιά σε γενιά μια βραδεία βελτίωση και προσαρμογή των ζωντανών οργανισμών. Το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται, κατά ένα μεγάλο μέρος, στις εσωτερικές παραγωγικές ικανότητες των οργανισμών, οι… …   Dictionary of Greek

  • ουρεδινώδη — τα βοτ. τάξη μικροσκοπικών βασιδιομυκήτων η οποία ανήκει στην κλάση τελιομύκητες, με 4.000 περίπου είδη, παράσιτα τών πτεριδοφύτων και σπερματοφύτων, που προκαλούν τις ασθένειες οι οποίες είναι γνωστές ως σκωριάσεις, επιφέροντας μεγάλες… …   Dictionary of Greek

  • ουρομύκης — ο βοτ. γένος βασιδιομυκήτων τής κλάσης τελιομύκητες, οι οποίοι προσβάλλουν καλλιεργούμενα φυτά προκαλώντας σκωριάσεις και επιφέροντας μεγάλες ζημίες στις καλλιέργειες φασολιών, μπιζελιών, κουκιών, γαρίφαλων κ.ά …   Dictionary of Greek

  • σωρός — ο, ΝΜΑ 1. σύνολο από πράγματα συγκεντρωμένα στον ίδιο χώρο, το ένα επάνω στο άλλο χωρίς τακτοποίηση (α. «σωρός χώματος» β. «οὕτως ἐν ὀλίγῳ πολλοὶ ἔπεσαν ὥστε εἰθισμένοι ὁρᾱν οἱ ἄνθρωποι σωροὺς σίτου, ξύλων, λίθων, τότε ἐθεάσαντο σωροὺς νεκρῶν»,… …   Dictionary of Greek

  • φραγμίδιο — το, Ν (μυκητ.) γένος βασιδιομυκήτων που ανήκει στην τάξη ουρεδινώδη και το οποίο περιλαμβάνει 60 περίπου είδη, τα οποία χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι όλα τα στάδια τού βιολογικού κύκλου αναπτύσσονται παρασιτικά πάνω σε είδη φυτών τής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”